π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν, Η Μεγάλη Εβδομάδα, Συντομὴ λειτουργικὴ ἐξηγήσῃ τῶν ἡμερῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Ἐκδ. Ἀκρίτας 1990.
«Τὴν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, καὶ τὴν Ἁγίαν Ἑβδομάδα τοῦ Πάθους Σου, αἰτοῦμεν κατιδεῖν Φιλάνθρωπε …» Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ στιχηροὺ στον ἐσπερινὸ τῆς Παρασκευῆς, πρὶν τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, τελειώνει ἡ Μεγάλη Σαρακοστή. Μπαίνουμε πιὰ στην «Ἁγία Ἑβδομάδα», στην περίοδο τοῦ ἐορτασμοὺ τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θανάτου καὶ τῆς Ἀναστάσεως Τοῦ. Περίοδός που ἀρχίζει ἀπὸ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου .Ταὐτὸν
Τὰ γεγονότα τῆς διπλῆς γιορτής, ἡ ἀναστάσῃ τοῦ Λαζάρου καὶ ἡ εἴσοδος τοῦ Κυρίου στα Ἱεροσόλυμα, ἀναφέρονται στα λειτουργικὰ κείμενα σὰν «προοίμιο τοῦ Σταυροῦ». Ἔτσι, για να καταλάβουμε καλύτερα αὐτὰ τὰ γεγονότα, θὰ πρέπει να τὰ δοῦμε μέσα στα πλαίσια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας. Τὸ κοινὸ ἀπολυτίκιο τῶν δύο αὐτῶν ἡμερῶν: «τὴν κοινὴν ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σου πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρὼν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός…» μας βεβαιώνει, μὲ κατηγορηματικὸ τρόπο, για τὴν ἀλήθεια τῆς κοινῆς ἀναστάσης. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ ὅτι μιᾷ ἀπό τις μεγάλες γιορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ θριαμβευτικὴ εἴσοδος τοῦ Κυρίου στα Ἱεροσόλυμα, γίνεται ὁ ὁδηγὸς στην πορεία μας μέσα στο σκοτάδι τοῦ Σταυροῦ. Ἔτσι τὸ φῶς καὶ ἡ χαρὰ λάμπουν ὄχι μόνο στο τέλος τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος ἀλλὰ καὶ στην ἀρχὴ τῆς. Τὸ φῶς καὶ ἡ χαρὰ φωτίζουν αὐτὸ τὸ σκοτάδι καὶ ἀποκαλύπτουν τὸ βαθὺ καὶ τελικὸ νόημα τοῦ.
Ὅλοι ὅσοι εἶναι ἐξοικειωμένοι με τὴν Ὀρθοδόξῃ λατρεία γνωρίζουν τὸν ἰδιότυπο, σχεδὸν παραάδοξο, χαρακτῆρα τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου. Εἶναι, θὰ λέγαμε, Κυριακὴ καὶ ὄχι Σάββατο, δηλαδὴ ἔχουμε μέσα στο Σάββατο ἀναστασίμη ἀκολουθία. Ξερουμε ὅτι τὸ Σάββατο εἶναι βασικὰ ἀφιερωμένο στους τεθνεῶτες καὶ ἡ Θεία Λειτουργία γίνεται στῇ μνήμη τούς. Ὅμως τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου εἶναι διαφορετικό. Ἡ χαρά πού διαποτίζει τις ἀκολουθίες αὐτῆς τῆς ἡμέρας, τονίζει ἕνα κεντρικὸ θέμα: τὴν ἐπερχομένη νίκη τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ Ἅδη.
Ἅδης εἶναι ὁ βιβλικὸς ὅρος που χρησιμοποιείται για να ὁρίσει τὸ θάνατό με τὴν παγκόσμια δύναμη τοῦ, πού με τὰ ἀδιαπέραστα σκότη καὶ τῇ φθορᾷ καταπίνει κάθε ζωῇ καὶ δηλητηριάζει ὁλοκληρο τὸ σύμπαν. Ἀλλὰ τώρα, μὲ τὴν ἀναστάσῃ τοῦ Λαζάρου, ὁ «θάνατος ἀρχίζει να τρέμει». Ἀκριβῶς ἀπὸ δῶ ἀρχίζει ἡ ἀποφασιστικὴ μονομαχία ἀνάμεσα στῇ Ζωὴ καὶ τὸ Θάνατο καὶ μας προσφέρει τὸ κλειδὶ για μιᾷ πλήρη κατανοήσῃ τοῦ λειτουργικοῦ μυστηρίου τοῦ Πάσχα.
Στην πρώτη Ἐκκλησία, τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου ὀνομαζόταν «ἀναγγελία τοῦ Πάσχα». Πραγματικὰ αὐτὸ τὸ Σάββατο ἀναγγελεῖ, προμηνύει, τὸ ὑπέροχο φῶς καὶ τῇ γαλήνῃ τοῦ ἑπομένου Σαββάτου, τοῦ Ἁγίου καὶ Μεγάλου Σαββάτου, ποὺ εἶναι ἡμέρα τοῦ Ζωηφόρου Τάφου.
Τὸ πρῶτο μας βῆμα ἂς εἶναι ἡ προσπάθεια να καταλάβουμε τὸ ἑξῆς: ὁ Λάζαρος, ὁ φίλος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ προσωποποίηση ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ φυσικὰ κάθε ἀνθρώπου ξεχωριστὰ . Ἡ Βηθανία, ἡ πατρίδα τοῦ Λαζάρου, εἶναι τὸ συμβολο ὅλου τοῦ κόσμου, εἶναι ἡ πατρίδα τοῦ καθενός. Ὁ καθενὰς ἀπὸ μας δημιουργήθηκε να εἶναι φίλος τοῦ Θεοῦ καὶ κλήθηκε σ’ αὐτὴ τῇ θεϊκὴ Φιλίᾳ που εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, ἡ κοινωνία μαζὶ Τοῦ, ἡ συμμετοχὴ στῇ ζωὴ Τοῦ. «Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἤν, καὶ ἡ ζωὴ ἢν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων» (Ἴω. 1, 4). Καὶ ὅμως αὐτὸς ὁ φίλος (ὁ ἄνθρωπος), τὸν ὁποῖο τόσο ἀγαπάει ὁ Θεὸς καὶ τὸν ὁποῖο μόνο ἀπὸ ἀγάπη δημιούργησε , δηλαδὴ τὸν ἔφερε στῇ ζωή, τώρα καταστρέφεται, ἐκμηδενίζεται ἀπὸ μιᾷ δύναμή που δεν τῇ δημιούργησε ὁ Θεός: τὸ θάνατο . Ὁ Θεὸς συναντάει μέσα στον κόσμο, ποὺ Αὐτὸς δημιούργησε, μιᾷ δύναμή που καταστρέφει τὸ ἔργο Τοῦ καὶ ἐκμηδενίζει τὸ σχέδιο Τοῦ. Ἔτσι ὁ κόσμος δεν εἶναι πιὰ παρὰ θρῆνος καὶ πόνος, δάκρυα καὶ θάνατος.
Πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτό; Πῶς συνέβηκε κάτι τέτοιο; Αὐτὰ εἶναι ἐρωτήματά που διαφαίνονται στῇ λεπτομερῆ διηγήσῃ που κάνει ὁ Ἰωάννης στο Εὐαγγέλιο τοῦ για τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὅταν ἔφτασε στον τάφο τοῦ φίλου Τοῦ Λαζάρου. «Ποῦ τεθείκατε αὐτόν; λέγουσι αὐτὼ · Κύριε ἔρχου καὶ ἰδέ. Ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς». (Ἰώ. 11, 35). Γιατί, ἀλήθεια, ὁ Κύριος δακρύζει βλέποντας τὸ νεκρὸ Λάζαρο ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι σὲ λίγα λεπτὰ ὁ ἴδιος θὰ τοῦ δώσει ζωή; Μερικοὶ Βυζαντινοὶ ὑμνογράφοι βρίσκονται σὲ ἀμηχανία σχετικά με τὸ ἀληθινὸ νόημα αὐτῶν τῶν δακρύων. Μιλάνε για δάκρυά που χύνει ἡ ἀνθρωπίνη φύσῃ τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ἡ δύναμη τῆς ἀναστάσης ἀνηκεῖ στῇ θεϊκὴ Τοῦ φύσῃ. Ἡ Ὀρθοδόξῃ ὅμως Ἐκκλησία μας διδάσκει ὅτι ὄλες οἱ πράξεις τοῦ Χριστοῦ ἤταν «Θεανδρικές», δηλαδὴ θεϊκὲς καὶ ἀνθρώπινες ταυτόχρονα. Οἱ πράξεις Τοῦ εἶναι πράξεις ἐνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ Θεοῦ-Ἀνθρώπου, τοῦ σαρκωμένου Υἱοῦ τοῦ θεοῦ. Αὐτός, λοιπόν, ποὺ δακρύζει δεν εἶναι μόνο Ἄνθρωπος ἀλλὰ καὶ Θεός, καὶ Αὐτός που καλεῖ τὸ Λάζαρο να βγει ἀπὸ τὸν τάφο δεν εἶναι μόνο Θεὸς ἀλλὰ καὶ Ἄνθρωπος ταυτόχρονα. Ἑπομένως αὐτὰ τὰ δάκρυα εἶναι θεῖα δάκρυα. Ὁ Ἰησοῦς κλαίει γιατὶ βλέπει τὸ θρίαμβο τοῦ θανάτου καὶ τῆς καταστροφῆς στον κόσμο τὸ δημιουργημένο ἀπὸ τὸν Θεό.
«Κύριε, ἥδη ὄζει…», λέει ἡ Μάρθα καὶ μαζὶ τῆς οἱ παρεστῶτες Ἰουδαῖοι, προσπαθώντας να ἐμποδίσουν τὸν Ἰησοῦ να πλησιάσει τὸ νεκρό. Αὐτὴ ἡ φοβερὴ προειδοποίηση ἀφορᾷ ὁλοκληρο τὸν κόσμο, ὅλη τῇ ζωῇ. Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς. Αὐτὸς κάλεσε τὸν ἀνθρωπο να ζήσει μέσα στῇ θεία πραγματικότητα τῆς ζωῆς καὶ ἐκεῖνος τώρα «ὄζει» (μυρίζει ἄσχημα). Ὁ κόσμος δημιουργήθηκε να ἀντανακλὰ καὶ να φανερώνει τῇ δόξᾳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκεῖνος «ὄζει»…
Στον τάφο τοῦ Λαζάρου ὁ Θεὸς συνάντα τὸ Θάνατο, τὴν πραγματικότητά που εἶναι ἀντὶ- ζωή, ποὺ εἶναι διαλύσῃ καὶ ἀπογνώση. Ὁ Θεὸς συνάντα τὸν ἐχθρὸ Τοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ ἀπέσπασε τὸν κόσμο Τοῦ καὶ ἔγινε ὁ ἴδιος «ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου». Καὶ ὅλοι ἐμείς που ἀκολουθοῦμε τὸν Ἰησοῦ Χριστό, καθὼς πλησιάζει στον τάφο τοῦ Λαζάρου, μπαίνουμε μαζὶ Τοῦ στῇ «δικὴ Τοῦ ὥρα» («ἰδοὺ ἤγγικεν ἡ ὥρα…») · στην ὥρα για τὴν ὁποία πολὺ συχνὰ εἶχε μιλήσει καὶ τὴν εἶχε παρουσιάσει σὰν τὸ ἀποκορύφωμα, τὸ πλήρωμα ὁλοκλήρου τοῦ ἔργου Τοῦ.
Ὁ Σταυρός, ἡ ἀναγκαιότητα τοῦ καὶ τὸ παγκόσμιο νόημα τοῦ ἀποκαλύπτονταί με τὴν πολὺ συντομὴ φράσῃ τοῦ Εὐαγγελίου: «καὶ ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς…». Τώρα μποροῦμε να καταλάβουμε γιατὶ δάκρυσε: ἀγαποῦσε τὸ φίλο Τοῦ Λάζαρο καὶ γι’ αὐτὸ εἶχε τῇ δύναμη να τὸν φέρει πίσω στῇ ζωή. Ἡ δύναμη τῆς Ἀναστάσης δεν εἶναι ἁπλὰ μιᾷ θεϊκὴ «δύναμη αὐτῇ καθ’ ἑαυτῇ», ἀλλὰ εἶναι δύναμη ἀγάπης, ἢ μᾶλλον ἡ ἀγάπη εἶναι δύναμη.
Ὁ Θεὸς εἶναι Ἀγάπη καὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι Ζωή. Ἡ Ἀγάπη δημιουργεῖ Ζωή… Ἡ Ἀγάπη, λοιπόν, εἶναι ἐκείνη που κλαίει μπροστὰ στον τάφο καὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη που ἐπαναφέρει τῇ ζωῇ. Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῶν θεϊκὼν δακρύων τοῦ Ἰησοῦ. Μέσα ἀπ’ αὐτὰ ἡ ἀγάπη ἐνεργοποιείται καὶ πάλι – ἀναδημιουργεῖ, ἀπολυτρώνει, ἀποκαθιστᾲ τῇ σκοτεινῇ ζωῇ τοῦ ἀνθρώπου: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω!..» Προσταγὴ ἀπολύτρωσης. Κάλεσμα στο φῶς. Ἀκριβῶς γι’ αὐτὸ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου εἶναι τὸ προοίμιο καὶ τοῦ Σταυροῦ, σὰν τῇ μεγίστῃ θυσίᾳ τῆς ἀγάπης, καὶ τῆς Ἀναστάσης, σὰν τὸν τελικὸ θρίαμβο τῆς ἀγάπης.